Με την εγκύκλιο 2026/2023 της ΑΑΔΕ παρέχονται διευκρινίσεις επί των διατάξεων των άρθρων 4 έως 13 του Κεφαλαίου Α’ «Πλαίσιο Ρύθμισης Οφειλών» του Μέρους Β’ του ν. 5036/2023 και της υπό στοιχεία Α.1047/2023, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 13 του ιδίου νόμου, σχετικής Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, που εκδόθηκε κατόπιν εισήγησης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, και παρέχονται οδηγίες για την ενιαία και ορθή εφαρμογή αυτών.
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Φυσικά και νομικά πρόσωπα με βεβαιωμένες οφειλές στις Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./ Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ ΚΕ.Β.ΕΙΣ.
Αναλυτικότερα:
ΕΝΟΤΗΤΑ Α ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
1. Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση
Α) Υποχρεωτικά:
Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των οφειλών που πληρούν σωρευτικά τις κάτωθι προϋποθέσεις:
i. έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023,
ii. έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ. /Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. /Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π. /ΚΕ.Β.ΕΙΣ. μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022, Κ.Φ.Δ.) και τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Κ.Ε.Δ.Ε.) και
iii. δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου, δικαστικής απόφασης, προσωρινής διαταγής ή απόφασης διοικητικού οργάνου.
Β) Μετά από επιλογή του οφειλέτη:
Στη ρύθμιση δύνανται να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη οφειλές που πληρούν τις υπ’ αριθ. i και ii ως άνω προϋποθέσεις και κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση:
i. τελούν σε αναστολή πληρωμής ή
ii. έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, της οποίας οι όροι τηρούνται, υπό την προϋπόθεση ότι οι ανεξόφλητες δόσεις αυτής προέρχονται αποκλειστικά και μόνο από οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης, το οποίο ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 5036/2023. Στην περίπτωση αυτή επέρχεται απώλεια της ρύθμισης της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 με υπαιτιότητα υπηρεσίας και των ευεργετημάτων αυτής.
Επισημάνσεις:
– Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε λοιπές ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών, οι οποίες είναι σε ισχύ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση, δεν δύνανται να υπαχθούν σε αυτή με εξαίρεση την ως άνω περ. B.ii. για τις προαιρετικά υπαγόμενες οφειλές.
– Οφειλές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση υπέρ τρίτων υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 4-13 του ν. 5036/2023.
– Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές του ίδιου οφειλέτη που είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας Υπηρεσίες: Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ., αυτές ρυθμίζονται ανά Υπηρεσία.
– Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει να υπαγάγει στη ρύθμιση μέρος μόνο από τις προαιρετικά υπαγόμενες οφειλές που τελούν σε αναστολή πληρωμής.
– Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει να υπαγάγει στη ρύθμιση το σύνολο των οφειλών που έχουν υπαχθεί σε πάγια ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 της οποίας οι όροι τηρούνται, εφόσον οι ανεξόφλητες δόσεις αυτής εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας ρύθμισης.
Στις περιπτώσεις των δύο προηγουμένων εδαφίων η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά.
2. Εξαιρέσεις από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση:
α) οφειλές που προκύπτουν από την επιστροφή της ενίσχυσης της επιστρεπτέας προκαταβολής σύμφωνα με το άρθρο τρίτο της από 30.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4684/2020, και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού Κοινές Αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων καθώς και τα οφειλόμενα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά αυτής (είδη φόρων 4919, 4920, 4921),
β) οφειλές που αφορούν σε ανάκτηση κρατικής ενίσχυσης βάσει απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες σύμφωνα με το άρθρο 31 παρ. 4 του ν. 5000/2022 δεν υπάγονται σε οποιαδήποτε διευκόλυνση ή ρύθμιση καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών ή χορήγηση διοικητικής ή εκ του νόμου αναστολής (είδος φόρου 6130) και
γ) οφειλές που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες ειδικές διατάξεις.
3. Προϋποθέσεις υπαγωγής
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση απαιτείται κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής να συντρέχουν σωρευτικά οι κάτωθι προϋποθέσεις στο πρόσωπο του αιτούντος:
α) κατά την 1η.11.2021 να μην είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές ή οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του, στο σύνολό τους, να ήταν τακτοποιημένες κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου, δικαστικής απόφασης, προσωρινής διαταγής ή απόφασης διοικητικού οργάνου,
β) να έχει υποβάλει όλες τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τελευταίων πέντε (5) ετών, για τις οποίες η προθεσμία υποβολής έχει λήξει μέχρι την 31η.12.2022,
γ) να μην έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία και
δ) αν ο αιτών έχει υπαχθεί σε ρύθμιση οφειλών κατά το άρθρο 289 του ν. 4738/2020 ή τα άρθρα 98 έως 109 του ν. 4611/2019, η ρύθμιση αυτή να βρίσκεται σε ισχύ.
Επισήμανση:
– Σε περίπτωση που ο οφειλέτης έχει απολέσει έως την 1η Φεβρουαρίου 2023 ρύθμιση τμηματικής καταβολής σύμφωνα με τα άρθρα 98 έως 109 του ν. 4611/2019 ή το άρθρο 289 του ν. 4738/2020, υποχρεούται να επανενταχθεί στο ίδιο καθεστώς ρύθμισης με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 3 του ν. 5036/2023 πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για την υπαγωγή στη ρύθμιση των άρθρων 4-13 του ν. 5036/2023 και όχι πέραν της 31ης Ιουλίου 2023 (καταληκτική ημερομηνία υποβολής αίτησης ρύθμισης του παρόντος).
– Στις περιπτώσεις οφειλετών σε βάρος των οποίων υφίστανται βεβαιωμένες οφειλές υπέρ αλλοδαπού δημοσίου, η υποβολή της αίτησης ρύθμισης αυτών των οφειλών διενεργείται μόνο στην αρμόδια Υπηρεσία κατόπιν επικοινωνίας με τη Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού Εισπράξεων και Επιστροφών (ΔΙΕΣΕΕ). Οι εν λόγω οφειλές υπάγονται σε ξεχωριστή ρύθμιση.
4. Δικαιούχοι υποβολής αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση
Στη ρύθμιση δύνανται να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις:
α) ο πρωτοφειλέτης (φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, όπως νόμιμα εκπροσωπείται),
β) τα πρόσωπα που ευθύνονται μαζί με τον πρωτοφειλέτη, κατά το μέρος της ευθύνης τους,
γ) οι κληρονόμοι αποβιωσάντων οφειλετών, δεδομένου ότι δεν πρόκειται περί συνυπευθυνότητας με τον οφειλέτη αλλά επιμεριστικής ευθύνης καταβολής κατά το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας,
δ) οι οφειλέτες σύζυγοι ή μέρη συμφώνου συμβίωσης, για φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων που προέκυψε από την κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, δεδομένου ότι η ευθύνη καταβολής ανήκει στον κάθε σύζυγο χωριστά για το φόρο που αναλογεί στα εισοδήματά του. Ομοίως και σε περίπτωση άλλων φόρων και τελών που προκύπτουν από κοινή δήλωση.
ΕΝΟΤΗΤΑ Β ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ
5. Υποβολή αίτησης – Υπαγωγή στη ρύθμιση
Α) Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής, έως και την 31η Ιουλίου 2023. Εξαιρετικά, σε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η υποβολή της αίτησης διενεργείται στην υπηρεσία (Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π. /ΚΕ.Β.ΕΙΣ.) ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Επισημάνσεις:
– Σε περίπτωση που η αίτηση υποβάλλεται από πρόσωπο διαφορετικό από εκείνο στον Α.Φ.Μ. του οποίου είναι βεβαιωμένες οι οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση, για τις οποίες ο αιτών έχει ευθύνη καταβολής, η υποβολή αυτής διενεργείται μόνο στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών Υπηρεσία.
– Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986.
Β) Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μηνιαία έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Σημειώνεται ότι, κατ’ εξαίρεση, με την υποβολή από τον οφειλέτη αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς κατ’ άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε., από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής κατ’ άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ. και από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης λαμβάνονται υπόψη και για την κάλυψη της πρώτης δόσης της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Επισημάνσεις:
– Εφόσον η πρώτη δόση δεν εξοφληθεί εντός της ανωτέρω αποκλειστικής προθεσμίας, ο αιτών μπορεί να υποβάλει εκ νέου αίτηση έως τη λήξη της προθεσμίας για υπαγωγή στη ρύθμιση των άρθρων 4-13 του ν. 5036/2023, ήτοι έως τις 31/07/2023.
– Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης με την εμπρόθεσμη εξόφληση της πρώτης δόσης.
6. Αρμοδιότητα
Ως αρμόδιος για τη χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση αυτής, την τήρηση των όρων της, την απώλεια αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία ορίζεται ο Προϊστάμενος της υπηρεσίας της Α.Α.Δ.Ε. (Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ./Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης), ο οποίος είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Στην περίπτωση παράλληλης αρμοδιότητας του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./ Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ ΚΕ.Β.ΕΙΣ. και του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, τις αρμοδιότητες του πρώτου εδαφίου ασκεί ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης.
Η απώλεια της ρύθμισης δύναται να συντελείται και κεντρικά από τη Γ.Δ.ΗΛΕ.Δ της Α.Α.Δ.Ε.
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
7. Ευεργετήματα υπέρ του οφειλέτη
Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α’ 43) ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα,
γ) αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων και
δ) κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, περιορίζονται οι συνέπειες των κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια παντός τρίτου, υπό την έννοια της αποδέσμευσης και απόδοσης κατά νόμο των μελλοντικών απαιτήσεων, ήτοι των απαιτήσεων που γεννώνται μετά τη γνωστοποίηση στον τρίτο της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 9 της υπ’ αριθμ. Α.1047/2023 Απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης,
(ii) η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις των άρθρων 4 έως 13 του ν. 5036/2023 και δεν περιλαμβάνει άλλα χρέη που δεν ρυθμίζονται κατά τις διατάξεις αυτές.
Επισημάνσεις:
– Κρίσιμος χρόνος για την έναρξη εφαρμογής του ανωτέρω ευεργετήματος είναι ο χρόνος γνωστοποίησης της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης στον τρίτο από τον οφειλέτη με κάθε πρόσφορο μέσο, το αργότερο εντός μηνός από την έκδοσή της. Συνεπώς από τη γνωστοποίηση της ανωτέρω Βεβαίωσης στον τρίτο αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο αποκλειστικά μελλοντικές απαιτήσεις, ήτοι απαιτήσεις που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση. Αντιθέτως, ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν μέχρι τη γνωστοποίηση στον τρίτο της ως άνω Βεβαίωσης αποδίδονται στο Δημόσιο.
– Σε κάθε περίπτωση ποσά απαιτήσεων που έχουν αποδοθεί ή αποδίδονται στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται και πιστώνονται έναντι της δόσης ή των δόσεων της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
– Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, ήτοι τις απαιτήσεις που τυχόν γεννήθηκαν και δεν έχουν αποδοθεί από τη γνωστοποίηση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης και μέχρι τη γνωστοποίηση στον τρίτο της ανατροπής της ρύθμισης καθώς και τις λοιπές μελλοντικές απαιτήσεις, ενώ τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Για το σκοπό αυτό, το αρμόδιο όργανο για την παρακολούθηση τήρησης της ρύθμισης κατά το άρθρο 3 της υπ’ αριθμ. Α.1047/2023 Απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών ελέγχει αν συντρέχουν οι όροι τήρησης της ρύθμισης και ενημερώνει άμεσα με κάθε πρόσφορο μέσο, σε περίπτωση απώλειας αυτής, τα αρμόδια όργανα για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής και για την ανατροπή της αποδέσμευσης, προκειμένου να συνεχιστεί η διαδικασία της διοικητικής εκτέλεσης. Τα αρμόδια όργανα, κατά το άρθρο 9 της ως άνω Απόφασης, γνωστοποιούν στον τρίτο την ανάκληση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, με την οποία καλείται ο τρίτος σε άμεση απόδοση των δεσμευθέντων ποσών, με την επισήμανση ότι τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου.
– Λοιπά ζητήματα ως προς τη διαδικασία αποδέσμευσης κατά την περ. γ’ του άρθρου 8 του ν. 5036/2023 ρυθμίζονται στο άρθρο 9 της ως άνω Απόφασης.
– Προς διευκόλυνση των αρμοδίων οργάνων και μόνο για τις περιπτώσεις που είναι αδύνατη η ηλεκτρονική χορήγηση Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, σχετικό έντυπο Βεβαίωσης βρίσκεται συνημμένο στο Παράρτημα της παρούσας καθώς και έντυπο ανάκλησης αυτής.
8. Δικαιώματα του Δημοσίου
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
β) να μην χορηγεί στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών του κατά το άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε.
ΕΝΟΤΗΤΑ Δ ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
9. Χορήγηση ρύθμισης
Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής.
10. Τόκος
Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή επιβαρύνεται από την ημερομηνία υπαγωγής, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, με τόκο ως εξής:
α) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, ο τόκος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, πλέον είκοσι πέντε εκατοστών της εκατοστιαίας μονάδας (0,25%), ετησίως υπολογιζόμενο. Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
β) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από τριάντα έξι (36) και έως εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο της περ. α’, με βάση το οποίο υπολογίζεται ο τόκος, προσαυξάνεται κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα (1,5%). Ο τόκος του πρώτου εδαφίου υπολογίζεται ετησίως και παραμένει σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
Τα ως άνω επιτόκια δεν υπερβαίνουν τα επιτόκια που ορίζονται για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και της παρ. 1 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε..
11. Εκπρόθεσμη καταβολή δόσης
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15 %).
12. Πίστωση ποσών από παρακράτηση ή συμψηφισμό ή πράξεις εκτέλεσης
Τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής κατ’ άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ. ή αποδίδονται από συμψηφισμούς κατ’ άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε. καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά.
Ομοίως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
13. Προεξόφληση ρύθμισης
Σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης του συνόλου του υπολοίπου ρυθμισμένης κατά τις διατάξεις των άρθρων 4 έως 13 του ν. 5036/2023 οφειλής με οποιονδήποτε τρόπο, ήτοι με εφάπαξ καταβολή από τον οφειλέτη ή μέσω διοικητικών ή αναγκαστικών μέτρων είσπραξης, όπως το αποδεικτικό ενημερότητας και η κατάσχεση, ή διενέργειας συμψηφισμού κατά τις διατάξεις του άρθρου 75 του Κ.Ε.Δ.Ε., ο οφειλέτης επιβαρύνεται με τον τόκο που αναλογεί στον πραγματικό αριθμό δόσεων που τελικά διαμορφώνεται κατά την ημερομηνία εξόφλησης της ρύθμισης. Σε περίπτωση που η ρύθμιση εξοφλείται πρόωρα εκουσίως από τον οφειλέτη με εφάπαξ καταβολή και για να μην υπολογιστεί πλεονάζων του αριθμού των δόσεων τόκος με βάση τον αρχικό αριθμό δόσεων της ρύθμισης, ο φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση για πρόωρη εξόφληση της ρύθμισης στην υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερο αίτημα για τον επαναϋπολογισμό του τόκου της ρύθμισης.
Σε περίπτωση που έχει καταβληθεί τόκος πλέον του αριθμού δόσεων που τελικά διαμορφώνεται κατά την ημερομηνία εξόφλησης της ρύθμισης, αυτός επιστρέφεται στον οφειλέτη κατόπιν αίτησής του στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία.
ΕΝΟΤΗΤΑ Ε ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
14. Η ρύθμιση των άρθρων 4 έως 13 του ν. 5036/2023 απόλλυται με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου των οφειλών σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης, εάν ο οφειλέτης:
α. δεν καταβάλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο (2) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο (2) μηνών,
β. μετά την παρέλευση ενός (1) μηνός από την υπαγωγή σε αυτή, δεν έχει εξοφλήσει ή δεν έχει υπαγάγει σε πάγια ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 ή δεν έχει τακτοποιήσει με άλλο νόμιμο τρόπο το σύνολο των λοιπών ληξιπρόθεσμων οφειλών του που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 4 έως 13 του ν. 5036/2023 και δεν τελούν σε καθεστώς αναστολής πληρωμής. Ειδικά αν οι οφειλές της περ. β του παρόντος άρθρου, ήταν κατά την 1η.11.2021 ενταγμένες σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, η οποία απωλέσθη σε μεταγενέστερο χρόνο, ο οφειλέτης δύναται κατ’ εξαίρεση, ακόμα και αν έχει ήδη υπαγάγει τις οφειλές αυτές για δεύτερη φορά σε ρύθμιση της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, κατά την υποπερ. γ’ της περ. 1 της ίδιας υποπαραγράφου, να τις υπαγάγει εκ νέου σε ρύθμιση, σύμφωνα με την υποπερ. γ’ της περ. 1 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.
Επισημάνσεις: -Εάν η απώλεια της ρύθμισης επέλθει εντός της προθεσμίας υποβολής αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, ο οφειλέτης δύναται να υποβάλει εκ νέου αίτηση και να υπαχθεί στη ρύθμιση. – Γενικώς, στην περίπτωση που διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης ότι δεν πληρούνται οι όροι των διατάξεων των άρθρων 4-13 του ν. 5036/2023 και της υπό στοιχεία Α.1047/2023 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, η ρύθμιση απόλλυται και ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα της ρύθμισης.
ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ
15. Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη αυτής.